Γιαννης Σελιμας

Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 2010

2010: Στρατηγική για μια «Έξυπνη» Αιτωλοακαρνανία

Η Αιτωλοακαρνανία είναι ένας μεγάλος νομός με μια μι­κρή πολιτική. Αν και διαθέτει σημαντικούς φυσικούς πόρους και ιδιαίτερα συγκριτικά πλεονεκτήματα παραμένει στους φτω­χότερους νομούς της χώρας. Η υπανάπτυξη μπορεί να αποτε­λεί ένα φαινόμενο που οφείλε­ται εν μέρει σε εξωτερικούς πε­ριορισμούς όπως π.χ οι πόροι που κατανέμονται από το κε­ντρικό κράτος μέσω των τομεακών και περιφερειακών προ­γραμμάτων στα πλαίσια του Κοι­νοτικού Πλαισίου Στήριξης ή του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων για υποδομές και ανάπτυξη στο νομό όμως δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι κυρία οφείλεται σε εσωτερικές αδυναμίες και ενδογενή προ­βλήματα. Η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα στην αξιοποίηση των όποιων χρημά­των δίνονται για περιφερειακή και τοπική ανάπτυξη εξαρτάται σε καταλυτικό βαθμό από τη διοικητική  ικανότητα των φορέων αυτοδιοίκησης, την ποιότητα του ανθρώπινου κεφαλαίου, την χάραξη μακροπρόθεσμης στρατηγικής καθώς και την στάθμη της εμπιστοσύνης και της συνεργασίας  μεταξύ των θεσμικών  εταίρων όπως, επίσης και την ρεαλιστική εφαρμογή πο­λιτικής για εφικτή πρόοδο. Το πλέγμα των εξωτερικών ευκαιριών και περιορισμών με τις εσωτερικές δυνατότητες και αδυναμίες καθορίζουν σε με­γάλο βαθμό και το αποτέλεσμα της ανάπτυξης.
Το αναπτυξιακό πλεόνασμα για το Νομό Αιτωλοακαρνανίας είναι αρκετά χαμηλό και συνο­δεύεται από υψηλή ανεργία, ιδίως στα αστικά κέντρα, από περιορισμό των αγροτικών ει­σοδημάτων στην ύπαιθρο ενδο­χώρα και από τάσεις δημογρα­φικής συρρίκνωσης. Οι τάσεις αυτές αναμένεται να ενταθούν όσο διατηρούνται ισχυρά τα δο­μικά αίτια της υπανάπτυξης, με κίνδυνο να βρεθεί ο νομός σε ένα ιδιότυπο αναπτυξιακό πε­ριθώριο με χαμηλές ιδιωτικές επενδύσεις, αναπτυξιακή ύφε­ση και ισχνή δημόσια χρηματο­δότηση για δράσεις και υποδο­μές. Σε μια περίοδο μάλιστα που κυριαρχεί η φιλελεύθερη αντί­ληψη πως οι δημόσιες επενδύ­σεις πρέπει να γίνονται κυρίως εκεί που αποδίδουν οικονομι­κά και δευτερευόντως με κρι­τήρια αναδιανομής και ισόρρο­πης περιφερειακής ανάπτυξης, το ρίσκο της απομόνωσης και του επενδυτικού αποκλεισμού αυξάνεται. Πως αντιστρέφεται αυτή η πορεία; Με την αυλική δουλοπρέπεια του πολιτικού προσωπικού για μια ακόμα επιχορήγηση ή με το επαρχιώτικο νταηλίκι των ανέξοδων λεοντα­ρισμών; Η λύση φυσικά δεν βρί­σκεται ούτε στη μια ούτε στην άλλη εκδοχή. Αυτό τουλάχιστον έχει δείξει η πραγματικότητα από τη διαχείριση χρόνιων ζητημάτων που απασχολούν το νο­μό μας, όπως το Πανεπιστήμιο και το ΤΕΙ, το Εφετείο και η Εκτροπή του Αχελώου, το Πλατυγιάλι. Σε τόσο σημαντικά ζητήματα αυτό που χρειάζεται εί­ναι σχεδιασμένες πολιτικές με τεκμηριωμένο υπόβαθρο και συ­ντονισμένη πίεση. Ο λαϊκισμός δείχνει την ανεπάρκεια του πο­λιτικού προσωπικού να χειριστεί ζητήματα υψηλής σημασίας και αποτελεί επιφαινόμενο και αίτιο βαθύτερης υπανάπτυξης. Ο νομός δεν έχει ανάγκες από καταγγελτικές κορώνες και λαϊ­κισμούς για εσωτερική πολιτι­κή κατανάλωση, άλλωστε αυτοί οι τρόποι αντιμετώπισης βα­θαίνουν την κρίση και τα αδιέ­ξοδα κάνοντας τους πολιτικούς από μέρος της λύσης μέρος του προβλήματος.
Υπάρχει άλλος δρόμος για την Αιτωλοακαρνανία. Είναι ο δρόμος της ενδονομαρχιακής ενότητας που καλλιεργεί συνείδηση και ταυτότητα Αιτωλοακαρνάνα πέρα από τεχνητές πολώσεις μεταξύ πόλεων που ανταγωνίζονται ποιος θα πάρει από το «λίγο» αντί να συνεργάζονται για να δημιουργήσουν από κοινού το «πολύ». Σε μια εποχή όπου οι συγχωνεύσεις εταιρειών και ο συνασπισμός κρατών επιδιώκουν να αντιμετωπίσουν τον παγκόσμιο ανταγωνισμό και τις διεθνείς πιέσεις είναι τουλάχιστον παράλογο σε τοπικό επίπεδο οι δυνάμεις του κατακερματισμού και της πολυδιάσπασης να υπερισχύουν των δυνάμεων της συνεργασίας και της εμπιστοσύνης. Η οικοδόμηση ενδονομαρχιακής ενότητας και η αποφυγή εσωτερικών συγκρούσεων αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση τόσο για αποτελεσματικές διεκδικήσεις όσο και για αναπτυξιακές επιλογές με προοπτική. Οι τεχνητοί διαχωρισμοί περισσότερο εξυπηρετούν προσωπικούς εγωισμούς και διεκδικήσεις αξιωμάτων παρά το κοινό καλό και την ευημερία του τόπου. Η πολιτική όμως πρέπει να υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον και όχι συντεχνιακές και κλειστές λογικές.

Στο επίπεδο των διεκδικήσεων του Νομού από την κεντρική εξουσία χρειάζεται αλλαγή στρατηγικής και τακτικής. Τα μέχρι τώρα αποτελέσματα των διεκδικήσεων μας μάλλον παρουσιάζονται πενιχρά. Αυτό σημαίνει πως πρέπει να επανεξετάσουμε την πορεία των διεκδικήσεων μας και να ξανασκεφτούμε την αποτελεσματικότητα της στρατηγικής και της τακτικής μας.
Αν η πολιτική αποτελεί μια εξισορρόπηση συμφερόντων των αντιτιθέμενων μερών σε ένα σημείο όπου μεγιστοποιείται η συνολική ευημερία τότε οι ακραίες θέσεις διαφύλαξης που υπερασπιζόμαστε ως νομός μάλλον χαρακτηρίζονται από έναν ιδιόμορφο τοπικισμό παρά από μια ρεαλιστική προσέγγιση με μακροπρόθεσμη στόχευση. Οι διεκδικήσεις μας πρέπει να συνδυάζουν τα ζωτικά μας συμφέροντα με τις κοινές αξίες και όχι να «γραφικοποιούνται» μέσα από μια στείρα αντίδραση ως απότοκο τοπικιστικών φαινομένων. Ο εγκλωβισμός σε κλειστές λογικές και η εκτροπή μας στον πολιτικό ανορθολογισμό αποξενώνει την πλειοψηφία των πολιτών από την ουσία των διεκδικήσεων αδρανοποιώντας ολόκληρο το κοινωνικό κεφάλαιο. Η Δημιουργική Αιτωλοακαρνανία όμως είναι το έργο των ενεργών πολιτών και στο δίλημμα Ανάπτυξη ή Λαϊκισμός πρέπει να απαντούμε Ανάπτυξη αν θέλουμε να γίνουμε ο Νομός που τόλμησε το καινούργιο.
Ο δρόμος για μια Ισχυρή Αιτωλοακαρνανία δεν περνά όμως μόνο μέσα από την άρση των εξωτερικών περιορισμών και την επίτευξη των χρόνιων διεκδικήσεων μας αλλά κυρίως μέσα από την διαμόρφωση μιας Αναπτυξιακής Στρατηγικής που θα απαντά στα σύγχρονα ζητήματα και θα συντονίζεται με τις διεθνείς και ευρωπαϊκές εξελίξεις. Χρειάζεται να σκεφτούμε σφαιρικά και να σχεδιάσουμε τοπικά μια αναπτυξιακή στρατηγική η οποία θα στοχεύει στην δημιουργία μιας υγιούς παραγωγικής βάσης με εξαγωγικό χαρακτήρα(αγροτοβιομηχανία, αγροτουρισμός, δυναμικές καλλιέργειες, ιχθυοκαλλιέργειες, βιολογική κτηνοτροφία και γεωργία) και ικανότητα αλλαγής στις διαρκώς μεταβαλλόμενες συνθήκες. Η ολοκλήρωση και διασύνδεση των μεταφορικών υποδομών καθώς και η σύζευξη των ακαδημαϊκών και τεχνολογικών ιδρυμάτων της περιοχής με τις ανάγκες της αγοράς και των επιχειρήσεων μπορεί να διαμορφώσει πραγματικούς όρους για μια Ανάπτυξη με Ταυτότητα.
Στην εποχή της ευέλικτης παραγωγής, της ποικιλίας και της διατροφικής ασφάλειας αυτό που έχει ανάγκη ο νομός δεν είναι γενικές κατευθύνσεις και συνολικές αναφορές αλλά εξειδικευμένες προσεγγίσεις που θα διαφοροποιούν την παραγωγή από περιοχή σε περιοχή ανάλογα με τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που διαθέτει η κάθε μια. Έτσι το Ξηρόμερο μπορεί να καθετοποιήσει την γαλακτοπαραγωγή του με ομάδες παραγωγών και να αναπτύξει την βιολογική κτηνοτροφία που έχει υψηλή προστιθέμενη αξία. Η Τριχωνίδα μπορεί να επενδύσει στην ελιά και την τυποποίηση ελαιολάδου ως προϊόν ονομασίας προέλευσης, στα βιολογικά προϊόντα καθώς και στην αλιεία με παράλληλη ανάπτυξη του ναυταθλητισμού και του οικολογικού και θρησκευτικού τουρισμού. Ο Βάλτος έχει όλες τις δυνατότητες να αναπτύξει τον αγροτουρισμό με πρότυπα επισκέψιμα αγροκτήματα, τον ιαματικό τουρισμό , την βιολογική κτηνοτροφία καθώς και την αλιεία στις τεχνητές λίμνες που διαθέτει ενώ ανοιχτή είναι η προοπτική για επενδύσεις σε αιολικά πάρκα και μικρά υδροηλεκτρικά εργοστάσια που δημιουργούν μια μικροοικονομία της ισχύος.
Στην Ναυπακτία η ανάπτυξη του ορεινού και χειμερινού τουρισμού, ο θρησκευτικός και πολιτιστικός τουρισμός , η δημιουργία γυναικείων συνεταιρισμών με τοπικά παραδοσιακά προϊόντα αλλά και η δημιουργία παραθεριστικής κατοικίας υψηλών προδιαγραφών είναι προκλήσεις για το μέλλον. Τέλος στην περιοχή του Μεσολογγίου η προώθηση της καλλιέργειας ενεργειακών φυτών στην πεδιάδα του Αχελώου, η τυποποίηση της παραγωγής αυγοτάραχου και ο εκσυγχρονισμός της αλιείας, η ανάπτυξη πολιτιστικού τουρισμού και οικοτουρισμού είναι κάποιες κατευθύνσεις για το αύριο. Το σημερινό μοντέλο ανάπτυξης του νομού που στηρίχθηκε στην μονοκαλλιέργεια του καπνού και τις χαμηλές υπηρεσίες των αστικών κέντρων έχει συναντήσει τα όρια του. Από εδώ και στο εξής χρειάζεται να δώσουμε ιδιαίτερη έμφαση στους ενδογενείς παράγοντες της ανάπτυξης και στις αυξημένες αποδόσεις που προκύπτουν από τα σωρευτικά οικονομικά πλεονεκτήματα περιοχών που ακόμα δεν έχουν κεφαλαιοποιήσει τα συγκριτικά τους πλεονεκτήματα.
Η Αιτωλοακαρνανία θέλει Αλλαγή για να μπει σε μια ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ όπου θα σταματήσει η πλήρης εξάρτηση της ανάπτυξης από την κεντρική εξουσία δημιουργώντας μια Νέα Τοπική Αυτοπεποίθηση στη βάση μιας αυτοτροφοδοτούμενης και βιώσιμης αναπτυξιακής δυναμικής.
Για να επιτευχθούν όλα τα παραπάνω αυτό που απαιτείται κυρίως είναι η αναβάθμιση και ενεργοποίηση του κοινωνικού κεφαλαίου όσο και η απόκτηση διοικητικών ικανοτήτων υψηλού επιπέδου σε κάθε φορέα διακυβέρνησης. Η δικτύωση των κοινωνικών εταίρων και η συνεργασία των θεσμικών φορέων με το πατριδοπολιτιστικό κίνημα του τόπου μας είναι αναγκαία αφού έτσι συγκροτούνται ικανές ομάδες πίεσης σε διάφορα επίπεδα εξουσίας προωθώντας τα τοπικά συμφέροντα. Η κινητοποίηση του κοινωνικού κεφαλαίου στην αυτοκατανόηση αρχικά των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε ως νομός και σε δεύτερη φάση στο σχεδιασμό και την ανάπτυξη δράσεων και πρωτοβουλιών αποτελεί ουσιαστική συμβολή στην προώθηση μιας συμμετοχικής τοπικής δημοκρατίας όσο και στη δημιουργία ενός συλλογικού φαντασιακού, ενός Νέου Εμείς.
Χρειάζεται να περάσουμε από την παραπολιτική των πελατειακών σχέσεων και την υποπολιτική της ελλειμματικής κοινωνικής αντιπροσώπευσης στην αποκατάσταση των βασικών λειτουργιών της πολιτικής, «επιστρέφοντας στο μέλλον».Το 2010 να έχουμε κάνει την Αιτωλοακαρνανία έναν «´Εξυπνο Τόπο».
Με ενδονομαρχιακή ενότητα και ρεαλιστικές διεκδικήσεις, με μια νέα αναπτυξιακή στρατηγική και αναβαθμισμένο κοινωνικό κεφάλαιο, με υψηλές διοικητικές ικανότητες και συμμετοχική αυτοδιοίκηση μπορούμε να επιδιώξουμε μια Προοδευτική Τοπική Ανάπτυξη με στόχο την «Έξυπνη» Αιτωλοακαρνανία.

Τρίτη 14 Σεπτεμβρίου 2010

Ρεύμα κοινωνικής αλλαγής…το μέλλον δεν μπορεί να περιμένει


Τον Μάρτιο του 2008 για λογαριασμό του Συλλόγου Αιτωλοακαρνάνων Σπουδαστών η εταιρεία δημοσκοπήσεων Kapa-Research διενήργησε έρευνα σε νέους ανθρώπους του Νομού Αιτωλοακαρνανίας με στόχο να διερευνήσει τις απόψεις και θέσεις των νέων σε σχέση με τα οικονομικά , κοινωνικά και πολιτιστικά δρώμενα της περιοχής.
Τα βασικά συμπεράσματα της έρευνας ήταν τα εξής:
• Στο υπό διερεύνηση τμήμα της νεολαίας της Αιτωλοακαρνανίας παρά την αγάπη για τον τόπο της, επικρατεί έντονο κλίμα απαισιοδοξίας σχετικά με το μέλλον της με κύρια αιτία την αίσθηση έλλειψης δυνατότητας επαγγελματικής αποκατάστασης αλλά και αξιόλογης ποιότητας ζωής , σε δεύτερο επίπεδο.
• Βασικά θέματα τα οποία αναδεικνύουν οι νέοι ως προβλήματα που αντιμετωπίζουν στο θέμα της ποιότητας ζωής είναι η έλλειψη αθλητικών εγκαταστάσεων και χώρων αναψυχής, το θέμα της καταστροφής του περιβάλλοντος καθώς και των σχολικών κτιρίων ιδίως στα αστικά κέντρα
Το πολιτικό προσωπικό που υπηρετεί στο Νομό δεν εκφράζει τους νέους της περιοχής, σε μια γενική αξιολόγηση και υπάρχει έντονος προβληματισμός για τις επιδόσεις, την αποτελεσματικότητα και την παρουσία του στα τοπικά δρώμενα. Οι νέοι έχουν μεγαλύτερες προσδοκίες από τους πολιτικούς τους εκπροσώπους και στέκονται κριτικά απέναντί τους
• Η όποια αναπτυξιακή υστέρηση παρουσιάζει ο Νομός αποδίδεται στην έλλειψη τουριστικής αξιοποίησης , στην υποβάθμιση του αγροτικού τομέα και στο έλλειμμα σημαντικών επενδύσεων. Ο τομέας της πολιτιστικής κληρονομιάς δείχνει να ενδιαφέρει τους νέους οι οποίοι όμως θεωρούν ότι δεν υπάρχουν οι απαιτούμενες υποδομές .
Η έρευνα διαπιστώνει με σαφήνεια πως στο κοινωνικό επίπεδο αρχίζει να διαμορφώνεται σταδιακά ένα κοινωνικό ρεύμα που έχει περισσότερο ηλικιακά χαρακτηριστικά παρά ταξικό χαρακτήρα. Αυτή η κοινωνική τάση έχει μια διαφορετική προσέγγιση από την υπόλοιπη κοινωνία σε μια σειρά από ζητήματα και αναζητά την πολιτική της έκφραση που δεν μπορεί να την βρεί μέσα στα στεγανά του υφιστάμενου πολιτικού συστήματος σε συνθήκες μάλιστα προβληματικής κοινωνικής εκπροσώπησης.
Ανεκπροσώπητη σιωπηλή κοινωνική πλειοψηφία η γενιά των 700 ευρώ.
Υπάρχει σήμερα στην Ελλάδα μια μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία εργαζόμενων νέων, οι οποίοι παρά το γεγονός ότι διαθέτουν σημαντικά προσόντα και δεξιότητες βρίσκονται αντιμέτωποι με τα παλιά δεδομένα της εργασιακής ανασφάλειας: την υπερεργασία, την πολυαπασχόληση με τις δύο δουλειές, τη μη δημιουργική επαναλαμβανόμενη εργασία και τις χαμηλές αμοιβές, το ξεχειλωμένο ωράριο, την έλλειψη ελεύθερου χρόνου και ισορροπίας στην προσωπική ζωή.
Ταυτόχρονα, κουβαλάνε πάνω τους αμαρτίες της παλιότερης γενιάς: το υψηλό χρέος που περιορίζει τους πόρους για ανάπτυξη, το περιβαλλοντικό έλλειμμα που υποβαθμίζει τη ζωή στις πόλεις, το ασφαλιστικό πρόβλημα που οδηγεί σε χειροτέρευση των όρων συνταξιοδότησης των νέων σε σχέση με την προηγούμενη γενιά.
Αυτοί οι νέοι αποτελούμε σήμερα μια ανεκπροσώπητη σιωπηλή κοινωνική πλειοψηφία, γνωστή πλέον ως γενιά των 700 ευρώ. Είμαστε μια πολύχρωμη γενιά με μεγάλες διαφορές σε αντιλήψεις και πιστεύω, αισθητικά πρότυπα και κομματικές ταυτίσεις. Ωστόσο, συνειδητοποιούμε σιγά, σιγά τη σκληρή πραγματικότητα. Ότι η μαζική κοινωνική και οικονομική άνοδος που χαρακτήρισε τη μεταπολιτευτική περίοδο, τη γενιά των γονιών μας, δεν αποτελεί πλέον το μέλλον όλων. Πολλοί από εμάς βρίσκονται αντιμέτωποι με το φάσμα της στασιμότητας ακόμα και της καθόδου.
Στο αδιέξοδο της γενιάς των 700 ευρώ συμβάλει τα μέγιστα και μια αντίληψη που τέμνει οριζόντια το πολιτικό φάσμα. Η αντίληψη σύμφωνα με την οποία η επίλυση όλων των βασικών προβλημάτων μπορεί να μετατίθεται διαρκώς στο μέλλον. Έτσι όμως το μόνο που επιτυγχάνεται είναι να διατηρείται μια κατανομή ευκαιριών και πόρων υπέρ των γηραιότερων, πλουσιότερων και ισχυρότερων συμπολιτών. Απαιτείται όμως ακριβώς το αντίθετο: αναδιανομή ευκαιριών και πόρων υπέρ των νέων και των παιδιών που έρχονται μετά από αυτούς.
Είναι λοιπόν καιρός εμείς οι νέοι να αφυπνιστούμε, να αναζητήσουμε διεξόδους, και να θέσουμε τις δικές μας άμεσες κοινωνικές προτεραιότητες, να οικοδομήσουμε με τις δικές της δυνάμεις το μέλλον που μας αξίζει.
Δεν κυνηγάμε την ουτοπία, το δίλλημα μας είναι μπροστά ή πίσω, ανάπτυξη ή λαϊκισμός, πρόοδος ή αδράνεια. Θέλουμε να πετύχουμε ορισμένα αυτονόητα για κάθε πολίτη της Ευρώπης και της σύγχρονης Ελλάδας πράγματα:
1. την ανταμοιβή του κόπου της εργασίας
2. την ισορροπία επαγγελματικής και προσωπικής ζωής
3. την αύξηση του ελεύθερου χρόνου
4. την επένδυση και ακολούθως τη σωστή αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού
5. την ποιοτική αναβάθμιση των συλλογικών αγαθών
Πολύ απλά επιδιώκουμε μια επανάσταση του αυτονόητου. Γιατί εάν δεν έχουν δουλειές οι νέοι πώς θα πάρουν σύνταξη οι μεγαλύτεροι; Εάν δεν μπορέσουν να κάνουν οικογένειες οι νέοι πώς θα αντιμετωπιστεί το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας; Εάν δεν δοθούν ευκαιρίες στους νέους πολίτες πώς θα αλλάξει το πολιτικό σύστημα σε κατευθύνσεις διαφάνειας, συμμετοχής και νεωτερικότητας; Πώς θα οικοδομήσουμε τις Νέες Πόλεις εάν δεν έρθει μια νέα γενιά στο προσκήνιο ;